- σκωπτικῶν
- σκωπτικόςgiven to mockeryfem gen plσκωπτικόςgiven to mockerymasc/neut gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Αλή Γλυμίδης — (τέλη 18ου αι. – 1822).Γενίτσαρος από το Ρέθυμνο Κρήτης. Θέλοντας να εκδικηθεί τον θάνατο του Αλή Γεντίμ συγκέντρωσε δύναμη από δύο χιλιάδες άντρες και βάδισε εναντίον των Δεληγιαννάκη, Μανουσέλη και Τσουδερού. Σκοτώθηκε στη μάχη μαζί με… … Dictionary of Greek